Ξόρκια

Major Tom

ΤΟ ΞΙΦΟΣ

Ωδή προς κερατεύοντας και κερατευμένους

8/12/22

Posted by Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper On 8.12.22




Τα σφιγμένα χείλη
Τα βλέμματα από κάρβουνο και φωτιά
Τα δάχτυλα που σφίγγονται γροθιά
Τα νύχια που χώνονται στη παλάμη
Να φοβούνται
Το άδικο που φουσκώνει
Το μέλλον που σκοτείνιασε
Το ουρλιαχτό που ξεπηδάει απ' το λαρύγγι
Το κάθε κλάμα που ξεσπάει
Να φοβούνται
Την ώρα της απόγνωσης
Τη λύσσα και την τρέλα
Την καταιγίδα μέσα μας
Την οργή μας
Να φοβούνται
Όταν θα γίνουμε τα όπλα
Όταν θα γίνουμε οι σφαίρες
Όταν λεπίδια φυτρώσουν στα μάτια μας
Όταν για να ζήσουμε, δε λογιάσουμε θάνατο.

Ας φοβούνται λοιπόν.
Ας φοβούνται!


Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper


31/3/22

Posted by Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper On 31.3.22

Δεν μπορούσε πια να ουρλιάξει, ένιωθε χιλιάδες ξυράφια να του ξεσκίζουν το λαρύγγι και χιλιάδες βελόνες να χώνονται στο κεφάλι του που το ένιωθε να σφυροκοπάει στο ρυθμό του σφυγμού του.
Ο dolby sorround ήχος από τα γέλια και τις ομιλίες, ηχούσε ανατριχιαστικά εκκωφαντικός, μεγιστοποιούσε στο έπακρο την επώδυνη αγωνία του, τρία μέτρα πάνω από το επενδεδυμένο πάτωμα του κελιού του. Επενδεδυμένοι με προστατευτικό υλικό ήταν και οι τοίχοι του κελιού το καθώς και η πόρτα.
Οι γιγαντοοθόνες περιμετρικά του κελιού του, τριάμισι μέτρα ψηλότερα, έπαιζαν ασταμάτητα βίντεο με όλα τα θύματα του και τις δεκατρείς οικογένειες που ξεκλήρισε πριν τον πιάσουν. Στο κέντρο του δωματίου, στα τέσσερα μέτρα από το έδαφος, κρεμόταν η αγχόνη, την οποία δεν μπορούσε να φτάσει.
Είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου πια και η επαφή του με την πραγματικότητα, ήταν νεφελώδης και σπάνια.
άναρθροι αδύναμοι ήχοι έβγαιναν στα διαλείμματα των βίντεο.
Ήξερε πως θα έμενε εκεί μέσα μέχρι να πεθάνει. Δεν θα έβγαινε ποτέ ξανά από το δωμάτιο και δεν θα σταματούσαν ποτέ οι φωνές και οι εικόνες.
ΗΘΕΛΕ να πεθάνει, αλλά δεν μπορούσε. Έβλεπε με λαχτάρα την αγχόνη ψηλά που δεν μπορούσε να φτάσει.
Οι κάμερες κατέγραφαν κάθε τόσο τη μοναδική φράση που ψέλλιζε : "Χαμηλώστε το σκοινί, σας παρακαλώ".
Το σκοινί δεν κατέβαινε όμως, δεν θα κατέβαινε ποτέ. Μόνο να το βλέπει μπορούσε, μόνο αυτό. και να το ονειρεύεται κάποιες φορές.
Ευχόταν χίλιες φορές να τον είχαν σκοτώσει.
Ούρλιαζε, έκλαιγε, χτυπιόταν.
Τότε, τον καθήλωναν με ιμάντες.
Οι εικόνες κι ο ήχος δεν σταματούσαν ούτε τότε.




Στο control room οι φύλακες είχαν συνηθίσει πλέον στο θέαμα. Μέχρι που βαριόνταν.


"Ώρες ώρες το λυπάμαι το κάθαρμα τόσο, που σκέφτομαι να χαμηλώσω την αγχόνη, περισσότερο βέβαια λυπάμαι εμάς. "

-Κοίτα μην κάνεις καμιά μαλακία και χάσουμε τη δουλειά μας.

" Όχι εντάξει, δεν τον λυπάμαι και τόσο πολύ τον καριόλη."

-Αν περνούσε το επώνυμο δημοψήφισμα τότε για την θανατική ποινή, δεν θα τον τρώγαμε τώρα στη μάπα.

"Εσύ δηλαδή θα γινόσουν εκτελεστικό απόσπασμα αν κληρωνόσουν; Ή θα έχανες τα πολιτικά σου δικαιώματα για τον μπινέ σε περίπτωση που έλεγες όχι;"

-Χαμήλωσε τον ήχο με το μαλάκα, δεν τον αντέχω άλλο. Ευτυχώς σε μισή ώρα αλλάζει η βάρδια.


 Σημ.: Το παραπάνω μικρό διήγημα, είναι προϊόν μυθοπλασίας φυσικά. Μερικές φορές ο θάνατος, δεν είναι η εσχάτη των ποινών πρέπει να ξέρετε.

Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper

8/2/22

Posted by Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper On 8.2.22



Πονούσε ολόκληρο το κορμί του, τα πνευμόνια του έκαιγαν στη κάθε ανάσα και οι σουβλιές στα πλευρά του αριστερά, δεν άφηναν και πολλές αμφιβολίες.
Κάποια είχαν σίγουρα σπάσει.
Έβλεπε ελάχιστα και θολά, μόνο από το ένα μάτι. Το δεξί είχε πρηστεί τόσο που είχε κλείσει τελείως.
Δεν ήξερε πόση ώρα είχε μέχρι να τον κυνηγήσουν πάλι και να τον βρουν.
Δεν ήξερε καλά καλά πώς έφτασε μέχρι την ταράτσα του απέναντι κτηρίου.
Υπέθετε ότι ήταν το απέναντι κτήριο δηλαδή κι ότι δεν τον είχε προσέξει κανείς μέσα στην ερημιά της νύχτας να περπατάει τρεκλίζοντας μέσα στα αίματα.
Κάθισε βαριά κάτω, σωριάστηκε μάλλον στο τοιχίο, έτσι τουλάχιστον είχε φάτσα του τη πόρτα που πριν λίγο διέσχισε. Έβηξε κι έφτυσε στο πλάι αίμα και σάλια από τα πρησμένα, σκισμένα χείλια του.
Τον είχαν πιάσει στον ύπνο πριν ο Χοντρός κι ο Λιγνός.
Τον κοπάνησαν άσχημα και για ώρα με τα καδρόνια. Τον πατούσαν και τον κλώτσαγαν.
Η Ζ. ευτυχώς έλειπε, είχε βγει μιά και ήξερε τη γλώσσα, εκείνος δεν ήξερε.
Έπρεπε να του βρει χαρτιά.
Να φύγει, να φύγουν από εκεί.
Τον έπιασαν λοιπόν στον ύπνο κυριολεκτικά.
Θες η κούραση, τα βαριά παυσίπονα, το αίμα που ήδη είχε χάσει, δεν πρόλαβε να αντιδράσει όταν έσπασαν τη πόρτα και μπούκαραν στο δωμάτιο.
Το σαρανταπεντάρι του ήταν στο τραπέζι μαζί με το κοντόκαννο ρούγκερ. Έτσι κι αλλιώς όμως ο γεμιστήρας του ήταν άδειος και το ρούγκερ είχε στο μύλο του μόνο τρεις τριανταοχτάρες.
Στην κατάσταση που ήταν, ακόμα κι αν το έπιανε δεν θα κατάφερνε πολλά.


Δεν θυμάται πόση ώρα τον χτύπησαν, το γιατί, το ήξερε φυσικά.
Θυμάται μόνο σαν σε θολό όνειρο ,το μάτι του Λιγνού να σκάει σαν αιμάτινο πυροτέχνημα κι αυτός να κάνει μία σπασμωδική πιρουέτα σκοντάφτοντας στην πλάτη του Χοντρού. Ο Χοντρός παραπατώντας μισογύρισε με το όπλο του στο χέρι πυροβολώντας προς την πόρτα του δωματίου δύο φορές πριν καταρρεύσει πάνω στον άψυχο Λιγνό βγάζοντας ήχους πνιγμού,κρατώντας τον παχύ λαιμό του από όπου ανάβλυζε αίμα. Τότε την είδε στη πόρτα να πυροβολεί με το μικρό της ΡPΚ και να τινάζεται ταυτόχρονα πίσω καθώς η εννιάρα σφαίρα της μπερέτα την έβρισκε στο στήθος.
Η Ζ. πέθανε ακαριαία, όπως κι ο Λιγνός που λίγα δευτερόλεπτα πριν είχε πυροβολήσει.
Ο Χοντρός θα έκανε ώρα να πεθάνει αν ο Τ. δεν του έλιωνε το κρανίο, με τη δύναμη που μόνο η λύσσα και η απελπισία για το χαμό της Ζ. του έδωσε.
Ζαλισμένος και πονώντας αφόρητα πήρε τα όπλα του από το τραπέζι, ξεχνώντας ότι δεν έχει πυρομαχικά. Δεν σκέφτηκε να πάρει ούτε τη μπερέτα του Χοντρού, ούτε το χάι πάουερ του Λιγνού, ούτε καν το μικρό βάλτερ της Ζ.
Μόνο τα χαρτιά που του είχε βρει πήρε, τη φίλησε τελευταία φορά στα χείλη κι έφυγε όσο πιο γρήγορα κι όσο πιο διακριτικά μπορούσε.
Σίγουρα οι πυροβολισμοί δεν θα πέρασαν απαρατήρητοι ούτε καν σ αυτό τον απόπατο που έμεναν. Κι ακριβώς γι αυτό είχαν πάει εκεί, επειδή ήταν κακόφημη περιοχή όπου κανείς δεν μπλεκόταν σε ξένες δουλειές εκτός κι αν έπαιζε να βγάλει φράγκα.
Τώρα, καθόταν στη ταράτσα με τον πόνο να τον χτυπάει σε κύματα και σκεφτόταν πώς θα ξεφύγει.
Αυτό και τη Ζ.
Τη κοπέλα του, που τον έσωσε και σκοτώθηκε γι αυτό.
Το μόνο ευχαριστώ που θα είχε πια νόημα να της πει, ήταν ένα.
Να ζήσει, να γλιτώσει.
Να γυρίσει στα λημέρια του και να μην αφήσει ρουθούνι από τα καθίκια που τους έμπλεξαν σε τόσα βάσανα.
Ένας μουντός λερός ουρανός αγκομαχούσε να γεμίσει φως μιά ακόμα ασήμαντη γαμημένη μέρα σε τούτη τη χαβούζα πόλης.
Έπρεπε να φύγει, να φύγει γρήγορα....



Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper


30/11/21

Posted by Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper On 30.11.21


Φανταστείτε ότι ξαφνικά βρίσκεστε σε μία κατάσταση όπου καταργείται ο χρόνος και ο χώρος.
Όπου παρελθόν, παρόν, μέλλον συνυπάρχουν και μπορείτε να το αντιληφθείτε χωρίς να τρελαθείτε.
Όπου ο χώρος είναι ρευστός, ασαφής εναλλάσσονται οι τόποι και τα μέρη που ζήσατε.
Φανταστείτε ότι ο χρόνος όλος της ζωής σας, συμπυκνώνεται σε ένα απειροελάχιστο κλάσμα του δευτερολέπτου.
Η ζωή σας ολόκληρη ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια και τ αυτιά σας, με την παραμικρή λεπτομέρεια. Για οτιδήποτε σας έχει συμβεί ή κάνατε.

Και όχι μόνο αυτό, μπορείτε να δείτε τί συνέπειες και επιπτώσεις είχαν οι αποφάσεις και οι πράξεις σας σε εσάς και τους άλλους και γιατί.
Επιπλέον, μπορείτε να δείτε όλα όσα έκαναν, σκέφτηκαν ή είπαν οι άλλοι για σας, χωρίς να το γνωρίζετε και πώς αυτά επηρέασαν την ζωή σας.
Γνωρίζετε τα πάντα πλέον για όλη σας τη ζωή και τους ανθρώπους που συναντήσατε ή ζήσατε μαζί τους.
Αντέχετε να γνωρίζετε όλα όσα αγνοούσατε και μάθατε για την ζωή σας και τους ανθρώπους που την επηρέασαν;

Μπορείτε να το διαχειριστείτε;
Μάλλον όχι.
Τί κάνετε λοιπόν;
Επιλέγετε να τα ξεχάσετε.
Όλα αυτά συμβαίνουν, σε μία στιγμή, μικρότερη από το ανοιγοκλείσιμο του ματιού.
Είναι η τελευταία στιγμή της ζωής σας.

Τυπικά έχετε πεθάνει. Δεν υπάρχει παλμός της καρδιάς και εγκεφαλική λειτουργία.

Αν με κάποιο τρόπο είστε τυχεροί και σας επαναφέρουν έγκαιρα, χωρίς να έχουν υποστεί ανεπανόρθωτες βλάβες εγκέφαλος, καρδιά και ζωτικά όργανα, το πιθανότερο είναι να μην θυμάστε τίποτα από την εμπειρία αυτή.
Σπανίως είναι καλή για να τη θυμάστε.
Αν όχι, αν δεν καταφέρουν να σας επαναφέρουν, για εσάς, δεν έχει σημασία.
Έχετε ξεκινήσει νέο κύκλο, νέα πίστα στο παιχνίδι της ζωής.

Από την αρχή, tabula rasa.

Πού το ξέρω και πώς ότι έτσι συμβαίνει;
Εσείς πού το ξέρετε ότι δεν συμβαίνει;

Έτσι κι αλλιώς, μία των ημερών θα το ανακαλύψει ο καθένας μας.
Θα θυμηθείτε τότε μέσα στην απειροελάχιστη διάρκεια της ζωής σας, ότι κάτι σχετικό είχατε διαβάσει.
Μετά φυσικά, θα το ξεχάσετε.

Game over

Start a new game

Καλά και ο Θεός;

Δεν ξέρω, ρωτήστε κάποιο νετρίνο σε πρώτη ευκαιρία αν μπορείτε. 
Ίσως ξέρει εκείνο.


Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper





7/10/21

Posted by Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper On 7.10.21


Απ όλους μου τους έρωτες
Μόνο ένας με στοιχειώνει
Η εύμορφη που μ έγειανε
Με δάκρυα μ ανέστησε
Απ τις λαβωματιές
Και της ψυχής στερνό σκοτείνιασμα
Σε κείνη τη καλύβα
Στα δασωμένα δυσπρόσιτα βουνά
Το Μάρτη του 643.
Κατάρα που τώρα δεν θα πω
Από τότε με στοιχειώνει
Σ όσες ζωές κι αν γεννηθώ
Μοίρα ανάλγητη τους δρόμους μας ενώνει.
Κι είναι πληγή πολύ βαριά
Πάντα να σιωπώ, να φεύγω
Να μη μου επιτρέπω το «σ αγαπώ»
Να της το πω, να της το δείξω
Να την κρατήσω αγκαλιά,
ή να την φιλήσω.
Μήν με ρωτήσετε γιατί
Απάντηση δεν δίνω
Την είδα και της μίλησα πολλές φορές
Μέσα σε τόσους αιώνες
Έγινα σκλάβος, προύχοντας, ερέτης, αναζητητής, άγιος, αμαρτωλός, πολεμιστής, λωτοφάγος, Κύκλωπας και Λαιστρυγόνας.
Κι από τα χρόνια του Φωκά
Όπου οι μοίρες μας πρωτοενώσαν
Στα 1713 στον αη Λαυρέντη
Τις ψυχές μας χαρακώσαν.
Πόσες ζωές θα σε ποθώ
Πόσες ζωές θα σ αγαπώ
Πόσες θα σε λατρεύω;
Πόσες ζωές αγάπη μου
Θ αντέχω τη ζωή σου να φυλώ
Πόσο ακόμα μακριά από σε
χωρίς να ξέρεις το γιατί
Πρέπει εγώ να φεύγω;;
Τί τίμημα πικρό αντάλλαξα
Στη νιότη μου επάνω;
Ζήτησα δόξα πρόσκαιρη
Ζήτησα αιώνια ζωή
Μα δέχτηκα για πάντα
Να σε χάνω.
Κάνε τη δόξα δοξαριά
Τη βδελυρή ζωή, λεπίδα
Και βύθισε τη στη καρδιά
Όταν θα πω ξανά
Σ άλλη ζωή
Πως σ είδα.
Και αν ακόμα μ αγαπάς
-Το ξέρω ότι το νιώθεις-
Έλα και κόψε την ανασεμιά
Με τη σκληρή ορμή
Της όμορφης σου νιότης.


Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper




Posted by Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper On 7.10.21


Ποτάμι πόθου έρρεε
Στα δυό γυμνά κορμιά
Ίδρως γλυκοκάματος
Ρουφώντας σου το στήθος
Χαϊδεύω το γυμνό κορμί
Δάχτυλα επιτακτικά
Ζητάν να ψηλαφίσουνε
Κει κάτω, χαμηλά
Ροδόφυλλα που σπαρταρούν
Γλυκό κέντρο παλλόμενο
Σε κάνω να βογκάς
Ορθώνομαι περήφανα
Σ αναζητώ κι η κάβλα μου
Διάφανη σμίγει,
υγρή φωτιά
Θηκιάζει μέσα σου
Σείονται τα κορμιά
Έμαθε ο χρόνος να μετρά
Με παλινδρομικές ωθήσεις
Μέσ το κορμί σου χάνομαι
Τη γλώσσα σου ρουφώ
Γεύομαι την ανάσα σου
Ύστατο φυλαχτό
Πριν μετουσιωθώ
Σ ένα σπασμό ακόμα
Να τον δεχτείς
Ζεστό με ορμή
Αιώνια γίνεται η στιγμή
Σαν σπαρταράς σαν τρέμεις
Γύρνα ανάστροφα
Λούπα ερωτική
Ας ξαναπάμε πάλι
Από την αρχή.

Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper




Posted by Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper On 7.10.21

 


Ο αέρας έχει γίνει αποπνικτικός εδώ μέσα, εδώ και ώρα. Ώρα; Δεν ξέρω πόσες ώρες είμαι εδώ μέσα κλεισμένος. Ένα επί ενάμιση το κλουβί από όσο πρόλαβα να δω πριν κοπεί το ρεύμα. Το λέω κλουβί γιατί αυτό έγινε για μένα και τον άγνωστο που κάθεται μαζί μου στριμωχτά. Παραδόξως είναι πολύ ήρεμος. Με πιάνει κρίση πανικού, νιώθω να πνίγομαι, δεν μπορώ να ανασάνω, θέλω να βγω από εδώ μέσα.
Φωνάζαμε μάταια πριν, δεν απάντησε κανείς. Το κινητό δεν έχει σήμα.
Άραγε αν είναι φορέας; Έχω κολλήσει; Αν ναι σίγουρα. Μάσκες πλέον δεν φοράμε.
Νιώθω τον άγνωστο που με σκουντάει και συνέρχομαι κάπως.
«Ηρεμήσε φίλε. Όλα θα πάνε καλά. Θες ένα από αυτά; Έχω μπόλικα.»
-Τί είναι αυτά; (ρωτάω)
«Αντισυλληπτικά, βοηθάνε παντού.»
-Δεν πιστεύω να θες να με γαμήσεις ρε μαλάκα μέσα σ αυτή τη φρίκη εδώ!
«Όχι ρε φίλε, παρεξήγησες, εξάλλου είμαι στρέιτ.»
-Είπα κι εγώ! Πώς σε λένε με την ευκαιρία;
«Λάκη από το Βαγγέλης, αλλά οι φίλοι με φωνάζουν Μέρφυ. Όλα καλά θα πάνε. Ηρεμήσε.»
Άρχισα να ουρλιάζω.
Μύριζα καπνό από καμένο πλαστικό και ξύλο.
Το ασανσέρ μ ένα στριγκό σούρσιμο στα τοιχώματα του φρεατίου, άρχισε να πέφτει....


Μανόλης Κωνσταντάκης Tid Tripper