μια ιδέα απ’ το χρώμα των ματιών σου
ένα φιλί που δεν μπορώ να σου δώσω
δυό σταγόνες θάλασσα κι ιδρώτα.
Το σκάλισα βέλους αιχμή
και το φόρεσα φυλαχτό στο λαιμό.
Έτσι σε έχω και σαν ύλη μαζί μου.
-Ψευδαίσθηση-
Να μην πονάω.
Να γαληνεύω.
Να σ’ αγαπώ.
-Αλήθεια-
Ειδικά τα καλοκαίρια που μισώ.
Κάθε καλοκαίρι επέστρεφα στο νερό.
Γιατί η θάλασσα του καλοκαιριού ζωντανεύει μνήμες.
Θαρρώ ενώνομαι στον θολό ορίζοντα ξανά
με όσα αγάπησα κάποτε
με όσα πρόδωσα
με όλα όσα μ΄αγάπησαν
με όλα όσα με πρόδωσαν.
Ντρακάρ, γαλιότας, ή σεμπέκ πανί,
δεν θα φανεί
-το ξέρω-
Δεν κρατάω πια πελέκι και σπαθί
Στο βράχο ετούτο δω που στέκομαι τώρα, στοίχειωσα.
Να ρουφάω ψεκάδα
να σιγοντάρω το βουητό του ανέμου.
Κι όταν πια θα κουραστώ ν΄ αγναντεύω
ανούσιες ανατολές και ηλιοβασιλέματα
απαράλλαχτης ρομαντικής γλίτσας,
θα βυθίσω στο στέρνο μου
-εκεί που είναι η καρδιά-
αυτό το μικρό κομματάκι μαύρο οψιδιανό
Ανάμεσα στο παφλασμό δυό κυμάτων.
Μ.Κ
0 Kommentare:
Δημοσίευση σχολίου